Μέτσοβο και Ζαγοροχώρια, Πάσχα στο βουνό.

Το φετινό Πάσχα ήταν παράξενο. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια η γνωστή παρέα-οικογένεια δεν θα μπορούσε να μαζευτεί σε απαρτία – και όχι γιατί κάποιοι θα έλειπαν διακοπές- και έτσι αποφάσισα να μην κάνω το καθιερωμένο τραπέζι για μαγειρίτσα και κατσικάκι. Καλά να είμαστε, θα το κάνουμε του χρόνου, όταν όλα θα είναι πάλι όπως πρέπει.

Έτσι, σκέφτηκα να ξεσηκώσω τον Πάνο και να φύγουμε για λίγο, τρεις μέρες ίσα να αλλάξουμε παραστάσεις και να χαλαρώσουμε από το καθημερινό τρέξιμο. Και μια που το Πάσχα φέτος έπεσε νωρίς, προτιμήσαμε να πάμε βουνό αντί σε κάποιο νησί, και μάλιστα κάπου που εγώ δεν είχα ξαναπάει. Στο Μέτσοβο.

Μεγάλη Παρασκευή πρωί λοιπόν, και αφού πραγματικά είχα μετρήσει τις μέρες και τις ώρες μία μία από την ανυπομονησία μου βδομάδες πριν, φορτώσαμε τα μπαγκάζια μας στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε. Εμείς και άλλες πολλές χιλιάδες ανθρώπων όπως αποδείχτηκε, μια που είδαμε και πάθαμε μέχρι να φτάσουμε από την κίνηση που ήταν πραγματικά χαλί από τοίχο σε τοίχο, φανταστείτε πως από το Ψυχικό μέχρι την Κόρινθο κάναμε σχεδόν δύο ώρες σημειωτόν.Ευτυχώς το ολοκαίνουριο Volvo XC60 μας έκανε την διαδρομή παιχνιδάκι, μπορεί να σερνόμασταν αλλά σερνόμασταν με απόλυτη άνεση και με όλα τα κομφόρ, και βέβαια το highlight της διαδρομής ήταν η γέφυρα του Ρίου που την λατρεύω και με ενθουσιάζει το ίδιο κάθε φορά που τυχαίνει να την περάσω, μου θυμίζει λίγο San Francisco αλλά στο πιο όμορφο και σίγουρα στο πιο καινούριο του.Και με τα πολλά, γύρω στις 5 το απόγευμα φτάσαμε στο Grand Forest Metsovo που για τις επόμενες τρεις μέρες θα ήταν το «σπίτι» μας και το ορμητήριο μας. Όπως σας είπα εγώ δεν είχα ξαναπάει, ούτε στο Μέτσοβο ούτε στο Grand Forest και πραγματικά ενθουσιάστηκα. Το ξενοδοχείο είναι έξω από το χωρίο, απέναντι του για την ακρίβεια οπότε το έχει θέα, τριγυρισμένο από ψηλά χιονισμένα βουνά μέσα σε ένα άγριο σχεδόν τοπίο που σου κόβει την ανάσα.Το δωμάτιο μας είχε τζάκι, ωραία βεράντα με θέα το βουνό και όλα τα κομφόρ, από καφετιέρα μέχρι double power shower, αλλά αυτό που λατρέψαμε ήταν η τεράστια κλεισμένη με τζάμια βεράντα του ισογείου όπου επιτρεπόταν και το κάπνισμα, και που με το φως να λούζει τις σούπερ άνετες πολυθρόνες ήταν το τέλειο μέρος για άραγμα καφέ και διάβασμα το πρωί, και ποτάκι το βράδυ.

Και ήταν και το φαγητό πολύ καλό, πράγμα που με δυσκόλεψε κάπως στην δίαιτα βέβαια – γιατί ναι μεν είπα πως θα χαλάσω το πρόγραμμα μου λόγω διακοπών αλλά δεν ήθελα να ξεφύγω και εντελώς- και που με ανάγκασε να επισκεφτώ το γυμναστήριο του ξενοδοχείου όχι μία αλλά δύο φορές, για να κάψω με διάδρομο και ποδήλατο ότι περισσότερο μπορούσα από τις έξτρα θερμίδες. Υπήρχε και πισίνα, κλειστή και ανοιχτή, αλλά δεν είχα πάρει μαγιό μαζί μου.Την Μεγάλη Παρασκευή το βράδυ κατεβήκαμε και στο χωριό για τον Επιτάφιο – και για να ανάψω κεράκια για όλους τους ανθρώπους που αγαπάω- και λάτρεψα την εκκλησία που ήταν σε μια πλατεία σκεπασμένη από υπερ-αιωνόβια δέντρα, ενώ η βραδιά ήταν τόσο γλυκιά που μας επέτρεψε να καθίσουμε έξω για κανένα μισάωρο πριν αρχίσουμε να κρυώνουμε.Το Μεγάλο Σάββατο κάναμε μια μικρή εκδρομή στα κοντινά Ζαγοροχώρια, και συγκεκριμένα στο χωριό Αρίστη, για να δει ο Πάνος ένα εστιατόριο που ήθελε για τα FnL Restaurant Awards. Με την άνοιξη στο φόρτε της και τα πάντα γύρω ανθισμένα, ήταν από τα ωραιότερα μέρη που έχω πάει στην Ελλάδα και υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως θα επιστρέψουμε το συντομότερο για να μείνουμε στο Aristi Mountain Resort, ένα εκπληκτικό μικρό ξενοδοχείο προσεγμένο μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια – σαν σκηνικό για Instagram από άκρη σε άκρη- σε ένα χωριό που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα απολύτως από τα αντίστοιχα Βρετανικά που χαζεύω κάθε τόσο και με κάνουν και ονειρεύομαι.Μετά το φαγητό στο Salvia – που πήρε το όνομα του από το φασκόμηλο που φυτρώνει άφθονο στην περιοχή- καθίσαμε στην βεράντα για έναν καφέ πριν πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής και απολαύσαμε μαζί με την θέα αυτή την μοναδική αίσθηση της ηρεμίας ανάμεικτης με ευγνωμοσύνη για όλα αυτά τα υπέροχα που βλέπεις να απλώνονται γύρω σου.Και το βράδυ χαζέψαμε τα πυροτεχνήματα από το ξενοδοχείο μας, και με το Χριστός Ανέστη ευχήθηκα με όλη την δύναμη της ψυχής μου υγεία για όλους μας, μια που τους τελευταίους μήνες, σε ένα αναγκαστικό και απρόοπτο reality check συνειδητοποίησα για μια ακόμα φορά πως αυτή είναι το απόλυτο αγαθό. Αν είμαστε γεροί, όλα τα υπόλοιπα λύνονται και γίνονται.Η Κυριακή του Πάσχα ξημέρωσε με λιακάδα λαμπερή – με κάποιον παράξενο τρόπο η φύση κάθε χρόνο τέτοιες μέρες μοιάζει να συμπάσχει με τα Θεία Πάθη, κλαίει την Μεγάλη Παρασκευή, ελπίζει το Μεγάλο Σάββατο και γιορτάζει την Κυριακή- και μετά τον καθιερωμένο καφέ στην γνωστή πια βεράντα και το dolce far niente που τόσο απολαμβάνω όταν μου δίνεται η ευκαιρία, ζήσαμε και το Παραδοσιακό Ελλήνων Πάσχα σε όλο του το μεγαλείο μια που εκτός από εξαιρετικό μπουφέ, είχαμε και κλαρίνα….

Κάπου εκεί, μεταξύ κλαρίνων και εκπληκτικής χορτόπιτας για την οποία φημίζεται άλλωστε η ευρύτερη περιοχή και όχι άδικα, και με το σοκ της κίνησης του πήγαινε ακόμα νωπό στο μυαλό μας, αποφασίσαμε να φύγουμε μετά το απογευματινό nap για να γλυτώσουμε τις ουρές της επόμενης μέρας. Και έτσι, κατά τις 5:30 παίρναμε τον δρόμο της επιστροφής και 4 ώρες μετά ήμασταν σπίτι μας.Και σήμερα, χαζεύοντας τις φωτογραφίες και διαλέγοντας με ποιες θα ντύσω το κομμάτι, σκέφτομαι πως τελικά η ζωή μας είναι στιγμές. Μοιρασμένες με τους ανθρώπους που αγαπάμε γιατί μόνο έτσι έχουν πραγματική αξία και ουσία, που γίνονται υλικό για αναμνήσεις, και για αναπολήσεις, και φόρα για να πάμε παρακάτω, στα καλύτερα, που πρέπει να είναι αυτά που θα έρθουν.

Συνειδητοποίησα επίσης πως το μυαλό δεν ξεφεύγει από αυτά που το βασανίζουν, και πως όταν η ψυχή μου είναι λυπημένη όσο όμορφα και να είναι όλα γύρω μου, κάτι λείπει.  Έπιασα δεκάδες φορές την σκέψη μου να ταξιδεύει πίσω στην Αθήνα, στην αγάπη εκείνη της ζωής μου που παλεύει με πείσμα και με πάθος έναν αγώνα πολύ δύσκολο και πολύ άδικο,  και που δυστυχώς, δεν μπορώ να βοηθήσω με κάτι περισσότερο από το ροζ μου, από την αγάπη μου, και από την ενέργεια μου που είναι όλη εκεί, όπου κι αν βρίσκομαι. Όμως έτσι είναι η ζωή. Αγρίως απίθανη. Και γι΄αυτό άλλωστε πρέπει να την ζούμε με πάθος.

Tips: Αν βρεθείτε στην περιοχή, να πάτε να φάτε στον ξενώνα Γαλαξίας στο Μέτσοβο, να δοκιμάσετε οπωσδήποτε σαγανάκι Μετσοβόνε - το καλύτερο το έφαγα στο εστιατόριο του Grand Forest Metsovo- και βέβαια τις παραδοσιακές πίττες - επίσης την καλύτερη, μια χορτόπιτα έπος, την δοκιμάσαμε στο Grand Forest. Για το Salvia θα σας τα γράψει ο ειδικότερος από μένα οπότε stay tunerd στο FnL, και βέβαια, υπάρχει και ο μπακλαβάς που είναι επίσης φημισμένος αλλά εγώ έδειξα εγκράτεια.