Στιγμιότυπα....

those_little_moments_by_mivthevampire-d5b7i1k Μερικές μέρες πριν. Έξω από τον Βασιλόπουλο στο Χαλάνδρι… Βγαίνω με ένα καρότσι φορτωμένο ψώνια.. Είναι καθισμένη στην πρασιά δίπλα στην τσάντα με την πραμάτεια της.. Χαρτομάντιλα, αναπτήρες και κάτι πλαστικοί ανεμιστήρες χειρός.. Δεν θα είναι πάνω από δέκα χρονών, μαυριδερή και μικροκαμωμένη, όλο μάτια… Με πλησιάζει διστακτικά.. «Πάρε κάτι..» «Δεν θέλω αγάπη μου σ’ ευχαριστώ..» «Πάρε..» Επιμένει ευγενικά όμως, και μου τείνει έναν ανεμιστήρα.. «Δεν θέλω βρε σου λέω.. Πόσο χρονών είσαι?» Διστάζει.. «Δεκαπέντε..» Σιγά μην είναι και τριάντα… Το βλέμμα της καρφώνεται στο καρότσι.. Πάνω πάνω, ένα κουτί με κρουασάν και μερικές σοκολάτες… «Να σε κεράσω ένα κρουασάν?» Το βλέμμα της ξεφεύγει κάπου δεξιά, να είναι κάποιος που την παρακολουθεί άραγε? Γνέφει καταφατικά, ανοίγω το κουτί και την αφήνω να διαλέξει.. Παίρνει το πιο μικρό αλλά δεν το τρώει αμέσως.. Ανοίγει ένα πακέτο με χαρτομάντιλα, παίρνει ένα , τυλίγει μέσα το κρουασάν προσεκτικά και το βάζει μέσα στην σακούλα με το εμπόρευμα.. «Ευχαριστώ πολύ» μου λέει αλλά το βλέμμα εξακολουθεί να πηγαίνει από το καρότσι δεξιά και πίσω.. «Θέλεις και μια σοκολάτα?» «Ναι…» Της δίνω μια ΙΟΝ αμυγδάλου, την βάζει και αυτή στην τσάντα, με ευχαριστεί ξανά, και φεύγω για το parking.. Την ώρα που απομακρύνομαι γυρίζω να δω.. Μέσα από τους θάμνους, δεξιά, ξεπροβάλει ένας πιτσιρίκος όχι μεγαλύτερος από πέντε χρονών.. Κάθονται δίπλα δίπλα στην πρασιά, και μοιράζονται το κρουασάν και την σοκολάτα… Οδηγώ προς το σπίτι και έχω έναν κόμπο στον λαιμό.. Ο Ιάσονας στην ηλικία τους, δόξα τον Θεό, ήταν ένα ανέμελο ξανθό αγγελούδι που είχε όλον τον κόσμο δικό του… Μερικά παιδιά είναι λιγότερο τυχερά από άλλα.. Το ξέρω αυτό… Όμως πάντα, όταν το βλέπω να συμβαίνει μπροστά μου, νοιώθω ανήμπορη και λυπημένη….

Προχτές… Τον παρατηρώ δυο χρόνια τώρα… Τριανταπεντάρης, κούκλος, δουλεύει security σε πολύ γνωστό κοσμηματοπωλείο κοντά στο σπίτι μου.. Τον χαζεύω κάθε φορά που περνάω με το αυτοκίνητο, είναι πάντα στην ίδια γωνία όταν στρίβω, ψηλός, μελαχρινός, με το αλεξίσφαιρο γιλέκο του και το όπλο στην ζώνη… Τελευταία έχει αφήσει κάτι απαίσια μούσια.. Αναρωτιόμουν κάθε φορά που τον έβλεπα τι πιάνει τους όμορφους άντρες και θέλουν να ασχημαίνουν… Μυστήριο… Όμως στην συγκεκριμένη μέρα είχα τα κέφια μου και είπα what the fuck, ας φερθώ όπως μου αρέσει.. Αυθόρμητα.. Στρίβω, τον βλέπω που με κοιτάζει, πάντα με κοιτάζει όχι γιατί είμαι όμορφη φαντάζομαι αλλά γιατί είναι η δουλειά του να τσεκάρει τους περαστικούς, ανάβω τα αλάρμ, σταματάω, ανοίγω το παράθυρο του συνοδηγού, έρχεται προς το μέρος μου και σκύβει να δει τι θέλω.. «Καλημέρα… Και χίλια συγγνώμη γιατί δεν είναι καθόλου δική μου δουλειά, αλλά αυτά τα μούσια δεν σου πάνε καθόλου.. Κρίμα τόσο όμορφος που είσαι να χάνεσαι κάτω από τόση τρίχα..» Για δευτερόλεπτα με κοιτάζει άναυδος και μετά ξεσπάει σε γέλια.. «Να είσαι καλά, με έκανες και γέλασα μετά από καιρό… Έχασα τον πατέρα μου πρόσφατα και το έχουμε έθιμο να μην ξυριζόμαστε..» Νοιώθω απαίσια.. «Με συγχωρείς, είμαι απαράδεκτη.. Και συλλυπητήρια φυσικά..» Με κοιτάζει και γελάει ακόμα.. Γελάνε τα μάτια του… «Τι συγγνώμη μου λες τώρα… Μου έφτιαξες την μέρα μου.. Σε δεκαπέντε μέρες που κλείνουν τα σαράντα πάντως, θα τα ξυρίσω…» «Οκ…» λέω και πάω να ξεκινήσω.. Με σταματάει.. «Θα είναι λάθος να σου δώσω το τηλέφωνο μου?» Σειρά μου να γελάσω.. «Ναι.. Δεν στο είπα καθόλου πονηρά… Αλήθεια. Μια αντικειμενική παρατήρηση ήταν και τίποτα άλλο…» Με κοιτάζει και τώρα τα μάτια του γελάνε ακόμα πιο πολύ.. Τον χαιρετάω, κλείνω το παράθυρο και φεύγω… Σήμερα, όπως έστριβα, μου χαμογέλασε και μου έκλεισε το μάτι… Είναι ωραίο πράγμα να δίνεις χαρά στους ανθρώπους τελικά.. Έτσι απλά και αθώα.. Και αυθόρμητα…

Εχτές το απόγευμα.. Ξεκινάω να μαγειρέψω και ανακαλύπτω πως δεν έχω αυγά.. Φοράω μια φόρμα, μπαίνω στο αυτοκίνητο και πάω μέχρι το mini market στην πλατεία… Την ώρα που περιμένω την κυρία που το έχει να εξυπηρετήσει τον προηγούμενο, ανοίγω μηχανικά το πορτοφόλι μου και συνειδητοποιώ πως δεν έχω καθόλου χρήματα.. Μόνο ελάχιστα, μικρά κέρματα… Με τα πρωινά ψώνια τέλειωσαν τα μετρητά μου και δεν πήγα στο μηχάνημα να πάρω… Αναρωτιέμαι πόσο να κάνουν τα αυγά.. Έρχεται η σειρά μου.. «Θα ήθελα δύο αυγά παρακαλώ..» «Δεν τα πουλάμε χύμα τα αυγά καλή μου, έχουμε μόνο εξάδες».. Για κλάσματα δευτερολέπτου προσπαθώ να φανταστώ πόσο μπορεί να κάνουν έξι αυγά.. Δεν έχω ιδέαν.. «Πόσο κάνει η εξάδα?» «Ένα ευρώ και τριάντα λεπτά..» Μετράω τα ψιλά μου και είναι ένα ευρώ.. Και εκεί που πάω να της πω ότι δεν μου φτάνουν τα χρήματα μου και ότι θα ξανάρθω μου έρχεται φλασιά.. Στο αυτοκίνητο έχω πάντα ένα πενηντάλεπτο για το καρότσι του σούπερ μάρκετ.. Πάω, το φέρνω, πληρώνω τα αυγά και έχω και ρέστα… Στην επιστροφή θυμάμαι μια άλλη περίοδο της ζωής μου, όταν ο Ιάσονας ήταν ακόμα μωρό, που μέτραγα πάλι τα λεφτά μου προσπαθώντας να αποφασίσω αν θα αγόραζα γάλα σε σκόνη για το μωρό μου ή κιμά για μένα.. Έπαιρνα πάντα το γάλα γιατί τότε, δεν είχα χρήματα στην τράπεζα.. Καμιά φορά νοιώθω πως έχουν περάσει αιώνες από τότε… Και όμως, παρόλο που η ζωή μου είναι πια εντελώς διαφορετική, τις θυμάμαι αυτές τις μέρες πολύ καθαρά. Και τις θυμάμαι με χαμόγελο παρόλο που ήταν ίσως οι δυσκολότερες της ζωής μου.. Γιατί τις πέρασα και μάλιστα τις πέρασα παλληκάρι. Και ξέρω καλά πια πως ότι και να μου συμβεί, εγώ θα τα καταφέρω…

Σήμερα τα ξημερώματα. Ο Ιάσονας έχει επιστρέψει από την πρώτη μέρα του στην δουλειά.. Είναι 5.30 το πρωί και φυσικά έχω το νου μου γιατί ανυπομονώ να μου πει τα νέα.. Σηκώνομαι, πάω στο δωμάτιο του, είναι κουρασμένος, πτώμα, αλλά ευτυχής.. Έχει βγάλει τα πρώτα δικά του λεφτά ως ενήλικας και τον βλέπω που λάμπει… Μου λέει πως πέρασε, και ξαφνικά… «Α, και μαμά.. Μην το ξεχάσω.. Πες στον θείο Bill και την θεία Μαρία να κοιτάζουν και λίγο τους σερβιτόρους άλλη φορά… Ήρθαν σήμερα στο μαγαζί, τους πήγα τα ποτά τους και ούτε που με κατάλαβαν.. Τόσο πολύ πια με έκρυβε η ποδιά?» Μου το λέει γελώντας και η ψυχή μου βουλιάζει.. Ευτυχώς που ο ίδιος ξέρει πολύ καλά ποιος είναι και πως καμιά ποδιά δεν μπορεί να τον κρύψει αληθινά.. Όπως και πως καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή και γι΄αυτό πέρασε με τόση ευκολία από την μια θέση, αυτή του grand πελάτη στην οποία μεγάλωσε, στην άλλη, αυτή του σερβιτόρου χωρίς καν να το σκεφτεί δεύτερη φορά.. Αργότερα, προσπαθώ να κοιμηθώ αλλά δεν με παίρνει ο ύπνος.. Αναρωτιέμαι αν έχω πάρει τελικά τις σωστές αποφάσεις για το παιδί μου και αν αυτά τα μαθήματα ζωής θα του χρησιμέψουν όντως σε κάτι στο μέλλον… Ελπίζω πως ναι… Και εύχομαι μέσα από την ψυχή μου, κάποια μέρα, να καταλάβει τον τρόπο με τον οποίο τον μεγαλώσαμε και κυρίως, το γιατί…

Στιγμιότυπα.. Η ζωή μας είναι γεμάτη.. Σαν τα ψιχουλάκια που άφηνε πίσω του ο Κοντορεβιθούλης στο παραμύθι, αποτελούν τα χνάρια της διαδρομής μας σε αυτόν τον κόσμο.. Και όλα σημαίνουν κάτι.. Όλα μας πάνε κάπου.. Και διαμορφώνουν αυτό που είμαστε και αυτό που δίνουμε στους ανθρώπους γύρω μας και στο σύμπαν… Καλημέρα και καλό μας σαββατοκύριακο…