Η ζωή είναι πολύ απρόβλεπτη για να την σπαταλάμε σε τοξικούς ανθρώπους.

Παρόλο που δεν την γνώριζα προσωπικά, η είδηση του θανάτου της σχεδιάστριας Σοφίας Κοκοσαλάκη στα μόλις 46 της με σόκαρε πραγματικά. Όπως με σοκάρει πάντα η αδικία του να φεύγουν νέοι άνθρωποι, και μάλιστα τόσο φωτεινοί και ταλαντούχοι.

Η ζωή είναι αγρίως απίθανη όπως έχει πει η Μαργαρίτα Καραπάνου, και εγώ την αγριότητα αυτή την έζησα στο πετσί μου με τον θάνατο του Κρις, του πιο φωτεινού, χαρισματικού, ταλαντούχου και ιδιοφυούς ανθρώπου που γνώρισα ποτέ στη ζωή μου.

Και ακριβώς τότε, ενάμιση χρόνο πριν, αποφάσισα πως αυτή η αγρίως απίθανη ζωή είναι πολύ απρόβλεπτη για να την σπαταλάω ασχολούμενη με ανθρώπους και πράγματα που δεν αξίζουν τον κόπο. Και τον χρόνο. Και πάτησα το pause, και έκανα ένα reality check, και σκέφτηκα πολύ σοβαρά και πολύ ειλικρινά ποια εσωτερική και προσωπική μου ανάγκη εξυπηρετούσε το να συγχωρώ, να κάνω τα στραβά μάτια ή ακόμα και να δικαιολογώ συμπεριφορές που όχι απλά με ενοχλούσαν ή με στεναχωρούσαν, αλλά συχνά με εξόργιζαν.

Η απάντηση, όπως συμβαίνει πάντα όταν αποφασίζουμε να δούμε μέσα μας χωρίς φίλτρα, ήταν πολύ απλή. Κάποτε από ανασφάλεια, κάποτε για λόγους κοινωνικούς ή επαγγελματικούς και κάποτε από συνήθεια, μπαίνουμε στην διαδικασία του «δεν βαριέσαι» αγνοώντας επιδεικτικά το αυτονόητο. Πως οι τοξικοί άνθρωποι, και οι τοξικές σχέσεις ότι είδους κι αν είναι, οικογενειακές, φιλικές, επαγγελματικές ή απλά κοινωνικές, σταλάζουν το δηλητήριο τους αργά αλλά σταθερά μέσα μας, και τελικά παραμορφώνουν την εικόνα που έχουμε όχι μόνο για τον εαυτό μας αλλά και για το τι σημαίνει κανονικότητα.

Περνά ο καιρός και καταλήγουμε να θεωρούμε λογικό το να συναστρεφόμαστε ανθρώπους που μας ζηλεύουν, που μας αντιγράφουν, που μας κακολογούν, που μας εκμεταλλεύονται ή που μας χρησιμοποιούν σαν κάδους απορρημάτων για να αδειάζουν επάνω μας τα προβλήματα και την γκρίνια τους. Περνάει ο καιρός και καταλήγουμε να θεωρούμε «κανονικό» το να μην μιλάμε για να μην παρεξηγηθούμε, να μην βάζουμε όρια για να μην φανούμε αγενείς, ή να κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε για να μην χαλάσουμε τις ισορροπίες – των άλλων συνήθως, ούτε καν τις δικές μας- όταν συμβαίνουν πράγματα που μας χαλάνε, ή μας αδικούν.

Και τελικά η ευγένεια, η καλή διάθεση και προαίρεση, όπως και ανωτερότητα, καταλήγουν μειονεκτήματα, ή ακόμα χειρότερα παρεξηγούνται ως χαζομάρα, από ανθρώπους που στην πραγματικότητα δεν έχουν καμιά απολύτως αξία και ουσία. Και που όχι απλά δεν μας προσφέρουν τίποτα, αλλά αντίθετα, μας απομυζούν. Από ιδέες και γνωριμίες, μέχρι την τελευταία ρανίδα της θετικής μας ενέργειας.

Η ζωή ήταν και είναι πάντα ένα πάρε-δώσε. Κάτι δίνουμε και κάτι παίρνουμε πίσω, κι αυτό δεν είναι απλά συναλλαγή, είναι ο τρόπος με τον οποίο χτίζονται οι σχέσεις της ζωής μας, από τις πιο μικρές μέχρι τις πιο μεγάλες. Χωρίς αυτόν τον μηχανισμό δεν υπάρχει ισορροπία. Ούτε δικαιοσύνη. Δεν μπορεί κάποιος μόνο να παίρνει, ούτε κάποιος άλλος μόνο να δίνει. Και είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη ισορροπίας που φέρνει μαζί της την τοξικότητα. Γι΄αυτό και η ανταποδοτικότητα, είναι αναγκαία για να υπάρχει σεβασμός τόσο απέναντι στους άλλους όσο και απέναντι στον εαυτό μας.

Και βέβαια, η ανταπόδοση του καλού είναι εύκολη. Και θα έπρεπε να είναι και αυτονόητη. Η ανταπόδοση του κακού όμως, αν δεν θέλουμε να πέσουμε στο επίπεδο εκείνου που το κάνει, είναι περιπλοκότερη. Με τα χρόνια, και όταν το «κακό» δεν στρέφεται ενάντια σε εκείνους που αγαπάω με όλη την ψυχή μου – το παιδί μου, τον άντρα μου, την μαμά μου και πέντε φίλους/οικογένεια δηλαδή- γιατί εκεί τελειώνει ο πολιτισμός μου και ξυπνάει μέσα μου το τέρας, έχω καταλήξει πως η καλύτερη ανταπόδοση είναι το delete.  

Για έναν άνθρωπο που κάποτε υπήρξε κάτι μέσα στην ζωή ή την δουλειά σου και σε/την θαύμασε τόσο ώστε να θελήσει να σε/την αντιγράψει, διεκδικήσει, χαλάσει, δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμωρία από το να πάψει να υπάρχει στο σύμπαν σου. Ειδικά όταν αυτό συμβεί στα αλήθεια και δεν το υποκρίνεσαι, όταν απλά κλείσεις την πόρτα, απαλά και χωρίς τυμπανοκρουσίες, και τον αφήσεις να κοιτάζει απ΄έξω αυτό που δεν θα είναι ποτέ πια μέρος του.

Για όλους τους υπόλοιπους η ψυχή μας είναι η μόνη πυξίδα. Προσωπικά, στα 55 μου νοιώθω πως έχω κερδίσει το δικαίωμα να συναναστρέφομαι κοινωνικά μόνο εκείνους που μου κάνουν κέφι. Με τους οποίους κάτι, έστω και αμυδρό, μας ενώνει. Κατά τα άλλα, αρνούμαι κατηγορηματικά να σπαταλάω τον πολύτιμο χρόνο μου, και την ακόμα πιο πολύτιμη ενέργεια μου σε οτιδήποτε δεν με ευχαριστεί. Πλην των επαγγελματικών υποχρεώσεων που και αυτές πια περνάνε από φίλτρα, δεν πηγαίνω πουθενά και δεν κάνω παρέα με τον οποιονδήποτε για να ανοίξω τον κύκλο μου, να ανελιχθώ κοινωνικά, να πουλήσω μούρη ή να εξυπηρετήσω την οποιαδήποτε ατζέντα. Και νομίζω πως ο λόγος για τον οποίο η ζωή πάντα έφερνε στον δρόμο μου αξιόλογους ανθρώπους είναι ακριβώς αυτός. Πως - προφανώς επειδή δεν το είχα και ανάγκη-  δεν έκανα ποτέ παρέα με κάποιον για την κοινωνική του θέση ή την οικονομική του επιφάνεια. Και αυτό, οι άνθρωποι που έχουν όντως υψηλή κοινωνική θέση ή μεγάλη οικονομική επιφάνεια, trust me, το μυρίζονται σαν λαγωνικά. Και αναγνωρίζουν εκείνους που τους αντιμετωπίζουν με ειλικρίνεια και ανιδιοτέλεια από χίλια μίλια μακριά.

Υ.Γ. Τον ενάμιση χρόνο που μας πέρασε, και μέσα από μια αρκετά επίπονη διαδικασία, το σύμπαν μου έδωσε με τον πιο δύσκολο τρόπο την ευκαιρία να δω πολύ καθαρά ποιοι άνθρωποι άξιζαν να μείνουν στην ζωή μου και ποιες σχέσεις αποδείχτηκε πως είχαν τις βάσεις να παραμείνουν όρθιες μέσα στην καταιγίδα. Και σήμερα, ξέρω με απόλυτη βεβαιότητα πως δεν θα είχα ούτε την δύναμη ούτε την ψυχραιμία να αντιμετωπίσω ότι αντιμετώπισα, και να το λύσω τελικά, αν δεν είχα φροντίσει η ψυχή μου να είναι καθαρή, διάφανη και γεμάτη. Παρόλο λοιπόν που δεν συνηθίζω να δίνω συμβουλές, θα κάνω μια εξαίρεση και θα σας δώσω μια. Βγάλτε από πάνω και από μέσα σας ότι και όποιον σας πληγώνει, σας φοβίζει ή σας στεναχωρεί. Και δώστε στον εαυτό σας τον χώρο, τον χρόνο και την ουσία που του αξίζουν. Αναγνωρίστε του το δικαίωμα να λέει όχι, να βάζει όρια, να κλείνει πόρτες και να ασχολείται με ότι και όποιον του δίνει χαρά και τον εμπνέει. Αγαπήστε τον, κανακέψτε τον, και συγχωρέστε τις ατέλειες και τις αδυναμίες του. Αν δεν το κάνετε εσείς για σας, μην περιμένετε να το κάνει κανένας άλλος. Τότε και μόνο τότε, σαν να ανοίγει ένα παράθυρο μέσα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο και να μπαίνει φρέσκος αέρας και φως, θα ανακαλύψετε πως τα μισά από όσα σέρνετε μαζί σας από συνήθεια ή από ανασφάλεια, στην πραγματικότητα σας είχαν περισσότερη ανάγκη από ότι τα είχατε εσείς. Και στο τέλος της μέρας, θα δείτε τον εαυτό σας έξω από τον παραμορφωτικό καθρέφτη μέσα από τον οποίο συνηθίζατε να τον κοιτάζετε, και θα τον θαυμάσετε. Γιατί θα είστε πια η καλύτερη, η πιο πλήρης, και η πιο ευτυχισμένη βερσιόν σας.

Υ.Γ.2 Η μεγαλύτερη ευτυχία και ανακούφιση στην ζωή αν το καλοσκεφτείτε, είναι να πέφτουμε να κοιμηθούμε κάθε βράδυ ξέροντας πως αν δεν ξυπνήσουμε το άλλο πρωί, έχουμε ζήσει μια ζωή γεμάτη και όσο πιο κοντά σ΄αυτό που θελήσαμε ή που ονειρευτήκαμε, πως έχουμε πει τα «σ’αγαπώ» και τα «συγγνώμη» μας εκεί που έπρεπε, και πως έχουμε αξιοποιήσει τον χρόνο που μας δόθηκε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Κυρίως, πως έχουμε ζήσει με γνώμονα το κοινό καλό, πως έχουμε αφήσει το στίγμα μας στις καρδιές των ανθρώπων που αγαπήσαμε και μας αγάπησαν, και πως μοιραστήκαμε μαζί τους το καλύτερο το πιο φωτεινό και το πιο ανιδιοτελές κομμάτι μας. Όλα τα υπόλοιπα, είναι απλά φασαρία.